Φάρμακα για τη θεραπεία της καρδιακής ανακοπής- Αδρεναλίνη
1. Αδρεναλίνη: Σε απινιδώσιμο ρυθμό (ΚΜ/Άσφυγμη ΚΤ):
* Δόση: 1mg (10ml 1:10,000 or 1ml 1:1,000) ΕΦ
*Δίνεται μετά την 3η απινίδωση, εφόσον έχουν ξεκινήσει οι συμπιέσεις
*Επαναλαμβάνεται κάθε 3-5 λεπτά ( κάθε δεύτερο κύκλο)
*Χορηγήστε χωρίς διακοπή των θωρακικών συμπιέσεων
Σε μη απινιδώσιμο ρυθμό (ΑΗΔ/ασυστολία):
*Δόση: 1mg (10ml 1:10,000 or 1ml 1:1,000) ΕΦ
*Χορηγείται αμέσως μόλις γίνει αξιολόγηση της κυκλοφορίας
*Επαναλαμβάνεται κάθε 3-5 λεπτά (εναλλασσόμενοι κύκλοι)
*Χορηγήστε χωρίς διακοπή των θωρακικών συμπιέσεων
![](https://static.wixstatic.com/media/eaf902_d025496c8fcf472ba629b8a40ff0b7a5~mv2.png/v1/fill/w_360,h_243,al_c,q_85,enc_auto/eaf902_d025496c8fcf472ba629b8a40ff0b7a5~mv2.png)
Η αδρεναλίνη είναι το κύριο συμπαθητικομιμητικό φάρμακο, που χρησιμοποιείται στην αντιμετώπιση της καρδιακής ανακοπής τα τελευταία 40 χρόνια. Η α-αδρενεργική της δράση προκαλεί συστηματική αγγειοσύσπαση, η οποία αυξάνει τη στεφανιαία και εγκεφαλική πίεση αιμάτωσης. Οι β-αδρενεργικές δράσεις της αδρεναλίνης (ινότροπος, χρονότροπος) μπορεί να αυξάνουν τη ροή αίματος στα στεφανιαία και στον εγκέφαλο, αλλά ταυτόχρονα αυξάνουν τη μυοκαρδιακή κατανάλωση οξυγόνου και τις έκτοπες κοιλιακές αρρυθμίες (ειδικά όταν υπάρχει οξέωση), δημιουργούν παροδική υποξαιμία λόγω αρτηριοφλεβικής επικοινωνίας στην πνευμονική κυκλοφορία, προκαλούν, διαταραχές στη μικροκυκλοφορία και αυξάνουν τη -μετά την ανακοπή- μυοκαρδιακή δυσλειτουργία. Όλα αυτά μπορεί να υπερκεράσουν τα υπόλοιπα οφέλη. Αν και δεν υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία για μακροπρόθεσμο όφελος από τη χρήση της αδρεναλίνης, η βελτίωση της βραχυπρόθεσμης επιβίωσης, που τεκμηριώθηκε σε ορισμένες μελέτες, επέβαλε τη συνέχιση της χρήσης της.
Άλλο όνομα: Επινεφρίνη
Άλλα στοιχεία:
Τύπος: C₉H₁₃NO₃ (R)-4-(1-υδροξυ-2-(μεθυλαμινο)αιθυλο) βενζολο-1,2-διόλη
Μοριακή μάζα: 183,204 g/mol
Σημείο τήξης: 211,5 °C
Σημείο βρασμού: 413,1 °C
Για την ιστορία:
Η αδρεναλίνη είναι η πρώτη ορμόνη που απομονώθηκε. Το 1886, ο Αμερικανός οφθαλμίατρος William Horatio Bates δημοσίευσε στο περιοδικό New York Medical Journal την ανακάλυψη μιας ουσίας, η οποία παραγόταν στα επινεφρίδια και παρουσίαζε έντονη στυπτική και αιμοστατική δράση, ιδιότητα που την καθιστούσε ιδιαίτερα χρήσιμη στις χειρουργικές επεμβάσεις. Η ουσία αυτή ήταν η αδρεναλίνη.
Το 1895, η αδρεναλίνη απομονώθηκε και αναγνωρίσθηκε από τον Πολωνό φυσιολόγο Napoleon Cybulski. Επίσης, το 1897 η αδρεναλίνη ανακαλύφθηκε και απομονώθηκε ανεξάρτητα από τον Αμερικανό βιοχημικό John Jacob Abel. Το 1900 ο Ιάπωνας χημικός Jokichi Takamine (1854-1922) με τον βοηθό του Keizo Uenaka απομόνωσε αδρεναλίνη από αδένες αρνιών και βοοειδών. Για πρώτη φορά η αδρεναλίνη συντέθηκε στο εργαστήριο το 1904 από τον Γερμανό χημικό Friedrich Stolz (1860-1936) και τον 'Αγγλο χημικό Drysdale Dakin (1880 - 1952).
![](https://static.wixstatic.com/media/eaf902_95430e0dfd964a5b901555d7609c86b8~mv2.jpg/v1/fill/w_696,h_392,al_c,q_80,enc_auto/eaf902_95430e0dfd964a5b901555d7609c86b8~mv2.jpg)
Πηγή:
Εγχειρίδιο Εξειδικευμένης Υποστήριξης της Ζωής, Κατευθυντήριες Οδηγίες ERC Έκδοση 2010
https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%91%CE%B4%CF%81%CE%B5%CE%BD%CE%B1%CE%BB%CE%AF%CE%BD%CE%B7
http://195.134.76.37/chemicals/chem_adrenaline.htm
Comments